Σήμερα ξύπνησα νωρίς, όχι δεν είμαι άρρωστος, ο από πάνω είναι μαλάκας. Του ήρθε λέει σε περιόδους οικονομικής κρίσης να κάνει ανακαίνιση στη κουζίνα. Δεν σκέφτηκε ο συνάνθρωπος ότι το κομπρεσέρ ενδεχομένως να ταράξει μερικούς ανθρώπους. Ώρα 8:30 το πρωί. Το πάπλωμα στέκει βαρύ στο σώμα μου. Βλέπω όνειρα με πιγκουίνους. Ξαφνικά ένας δυνατός θόρυβος συνταράσσει το παγωμένο τοπίο και οι θλιμμένοι πιγκουΐνοι χοροπηδάνε σαν φακές πάνω σε μπάλα ξαπλωμένου ηχείου. Σταματάει ο θόρυβος, οι πιγκουίνοι κοιτιούνται περίεργα. Απροειδοποίητα και απροκάλυπτα ξαναρχίζει ο θόρυβος. Οι πιγκουίνοι χοροπηδάνε πάλι. Ξυπνάω. Στέκομαι καθιστός στην άκρη του κρεβατιού. Το σπίτι τρίζει ολόκληρο. «Γαμιέσαι ασύστολα» είπα στον από πάνω αλλά δεν με άκουσε, με κάλυψε ο θόρυβος του κομπρεσέρ. Έπρεπε να φύγω όσο το δυνατόν γρηγορότερα από το σπίτι, μισώ γαρ τους θορύβους. Ντύθηκα και σε πέντε λεπτά ήμουν έξω στους δρόμους. Πρωτόγνωρο σκηνικό για μένα η πρωινή πόλη. Κάποιοι δούλευαν άλλοι πήγαιναν στις δουλείες τους, τίποτα άλλο ενδιάμεσο, εγώ τι ρόλο βαρούσα ανάμεσά τους; Είχα ανάγκη από καφέ, πήγα στο Βενέτη στη γειτονιά. Πολύ χαρά και πολύ ευγένεια έχει πέσει εκεί μέσα. Η μοίρα είχε γράψει γα μένα αυτή τη μέρα να παραγγέλνω καφέ στις 8:40 το πρωί και εγώ δεν την διέψευσα καθόλου . Παρήγγειλα τον καφέ μου, καπουτσίνο διπλό, σκέτο. Περίμενα, κοιτούσα, ένας Βενέτης πέρασε από πίσω και μου χτύπησε φιλικά την πλάτη «Καλημέρα σας, πως είστε σήμερα» μου είπε χαμογελώντας. Κούνησα το κεφάλι μου θετικά και από μέσα μου είπα «σκατά». Πήρα τον καφέ από την κοπέλα που μου χαμογελούσε και πήγα στο ταμείο σαν ζόμπι. Ήταν αυτός μου είχε χτυπήσει φιλικά την πλάτη. «Δύο ευρουλάκια παρακαλώ» μου είπε χαρούμενα. Δεν άντεξα άλλο τον κοίταξα περίεργα. Μα τι παίρνουν τέλος πάντων πρωί πρωί; Του δίνω το money , παίρνω τον καφέ και φεύγω. Καθώς έφευγα και αυτός έβαζε τα λεφτά στο ταμείο είπε στην πλάτη μου που είχε χτυπήσει πιο πριν φιλικά «Να έχετε μια υπέροχη δημιουργική μέρα!». Σήκωσα το χέρι μου και τον χαιρέτησα χωρίς να τον κοιτάξω. Πέρασα διπλά από την κοπέλα που μου έφτιαξε με τόση αγάπη και στοργή τον καφέ «Γεια σας! Γεια σας!» πετάχτηκε σαν πορδή. «Γεια σου» της είπα και έφυγα. Να δεις που αυτοί οι δυο κάνουν σεξ μεταξύ τους μόλις έρχονται στην δουλειά, σκέφτηκα. Απομακρυνώμενος φυσούσα τον καφέ, ένας άλλο μπήκε μέσα άκουσα από την κοπέλα να λέει πάλι χαρούμενα «Καλημέρα!» κοίταξα λίγο πίσω με απορία, στο επόμενο βήμα έπεσα πάνω σε μια γριά, παραλίγο να της χύσω τον καφέ. Την κοίταξα, μια ανεξήγητη χαρά σκίρτησε μέσα μου, μια πρόταση σχηματίστηκε στο μυαλό μου «Πες το μου να φτιάξεις την μέρα…»
-Πρόσεχε βρε, που πας; Δεν κοιτάς μπροστά σου! Μου είπε η γριά
-Συγνώμη… της είπα και έφυγα χαρούμενος
Αχ… αυτοί είναι άνθρωποι! Άφησα την γριά και απομακρύνθηκα . Στάθηκα έξω από την είσοδο του Μετρό. Μια καταπληκτική ιδέα μου ήρθε στο μυαλό. Σκέφτηκα ότι θα ήταν καλό να αντικαταστήσουν τους άντρες των ΜΑΤ με γριές με σκουπόξυλα. Τους Ματατζήδες δεν τους πάει κάνεις, ενώ ποιος έκανε επίθεση σε γριές με σκουπόξυλα; Να σας πάει γατάκια. Επίσης θα δίνανε την ευκαιρία σε γριές να κάνουν αυτό που έχουν σαν μεγάλο απωθημένο: να χτυπάνε νεαρούς ! Είναι μια πραγματικά εύκολη και φθηνή λύση και απορώ πως δεν το έχει σκεφτεί κανείς.
Έξω από την είσοδο το Μετρό μπαινόβγαινε πολύς κόσμος. Μεταξύ αυτών και μερικά γκομενάκια. Πιγκουίνοι, γριά, γκομενάκια, τι άλλο μπορεί να μπορεί να μου συμβεί για να νιώσω ολοκληρωμένος; Μια γκαντεμιά ίσως… αλλά ήταν νωρίς ακόμα. Καθόμουν εκεί στο πουτσόκρυο και σκεφτόμουν τι να κάνω για γεμίσω αυτό το πρωινό. Όταν ήμουν στο σχολείο πριν από μια δεκαετία είχα βρει λύσεις, μια από αυτές ήταν να ζωγραφίζω μελαγχολικά τέρατα που ξεριζώνουν την καρδιά τους και την πρόσφεραν σε μια όμορφη κοπέλα. Η ομορφότερη της τάξης καθότανε στο διπλανό θρανίο ακριβώς κάτω από το παράθυρο . Τώρα εδώ έξω από την είσοδο του μετρό μια κοπέλα απέναντί μου καθόταν και περίμενε το αστικό. Μου θύμισε την ομορφότερη κοπέλα της τάξης. Κάτι σκίρτησε μέσα μου. Είχε υπέροχα πόδια, γυμνασμένα, ικανά να τρέξουν μακριά μου αν τυχών την πλησιάσω, όπως η ομορφότερη κοπέλα της τάξης πριν από δέκα χρόνια. Τώρα πια όμως είμαι πιο ώριμος, βρίσκω αυτοπεποίθηση όταν την χρειάζομαι. Ακούμπησα την πλάτη μου σε έναν τοίχο και περίμενα δράξω το βλέμμα της την ώρα που θα έπεφτε πάνω μου και να το αιχμαλωτίσω. Το ήξερα ότι θα συμβεί, πάντα συμβαίνει και πάντα τα καταφέρνω, το μετά είναι το θέμα. Δεν πέρασε πολύ ώρα, το γκομενάκι γυρνάει και με κοιτάει από κάτω μέχρι πάνω. Αν και φορούσα γυαλιά ηλίου το κατάλαβε ότι την κοιτούσα. Τσίμπησε το γκομενάκι. Έμεινα σοβαρός όπως πρέπει, περίμενα το επόμενο βλέμμα και στο τρίτο θα την χαιρετούσα. Έφερα τον καφέ κοντά στο στόμα μου και περίμενα. Σήκωσα λίγο το ποτήρι ακουμπώντας το στα χείλι, το γκομενάκι έστριψε λίγο διστακτικά, κοίταξε λίγο κάπου αλλού περνώντας το βλέμμα από πάνω μου, κοίταξε πάλι μπροστά και πολύ γρήγορα ξανακοίταξε ξεκάθαρα σε μένα. Τέλεια, σκέφτηκα και φύσηξα μέσα στο ποτήρι του καφε για να κρυώσει λίγο. Καθώς το γκομενάκι με κοιτούσε, σ αυτό το καθοριστικό δευτερόλεπτο της ζωής μου, ο αέρας που βγήκε από το στόμα μου μέσα σε ελάχιστα κλάσματα έκανε έναν τραγικό για μένα κύκλο, πρώτα έπεσε πάνω στον καυτό καφέ, εκεί αναγκαστικά άλλαξε την πορεία του, επέστρεψε πίσω, χτύπησε στο πρόσωπό μου, ανέβηκε προς τα πάνω, χτύπησε στα φρύδια μου και κατέληξε στο εσωτερικό των γυαλιών μου. Τα γυαλιά μου θολώσανε απότομα και έγινα ένα γελοίο θέαμα. Το ήξερα ότι θα συμβεί, πάντα συμβαίνει, νομοτελειακά θα μπορούσα να πω. Και έτσι πρώτου το καταλάβω ένα σύννεφο μπήκε ανάμεσα μας.
Έφυγα, τι να έκανα; Έστριψα δεξιά και απομακρύνθηκα από το σημείο της καταστροφής. Έβγαλα τα γυαλιά και τα έβαλα στην τσέπη μου. Δεν τα χρειάζομαι άλλο, την έκαναν καλά την δουλειά τους. Κρατούσα ακόμα τον καφέ στα χέρια. Έπαιξα με το γκομενάκι αλλά τελικά έμεινα με τον καφέ στο χέρι. Ήταν ζεστός μέσα στην παλάμη μου, σαν να κρατούσα μια ξεριζωμένη καρδιά, σαν αυτήν των τεράτων που ζωγράφιζα τις ώρες που δεν κοιτούσα την ομορφότερη της τάξης. Τον καφέ τον πέταξα στην άβυσσο του πρώτου κάδου απορριμμάτων που βρήκα μπροστά μου. Συνέχισα να περπατάω. Έβαλα τα χέρια μου βαθιά μέσα στις τσέπες, μερικά κέρματα ενοχλούσαν τις άκρες των δακτύλων μου. Ένας ζητιάνος καθόταν στο δρόμο , με είδε να πηγαίνω προς το μέρος του και άπλωσε παρακαλώντας το χέρι του ζητώντας κάτι από αυτά που ενοχλούσε τις άκρες των δακτύλων μου, τον προσπέρασα χωρίς να του δώσω καμιά σημασία. Προφανώς δεν είμαι το παιδάκι που ζωγραφίζει τέρατα που ξεριζώνουν την καρδιά τους πλέον. Περνάνε τα χρόνια. Όλα αλλάζουν. Μόνο οι αναμνήσεις μένουν ίδιες. Η καλύτερη στιγμή της ημέρας για όλα τα αγόρια της τάξης ήταν η ώρα που πρωινός ήλιος έπεφτε πάνω στο σώμα της ωραιότερης κοπέλας της τάξης. Τότε τα άφηνα όλα και την κοιτούσα. Με έπιανε να την κοιτάω αλλά δεν της έδινα σημασία, μια φορά τη ρώτησα «Σε πειράζει που σε κοιτάω;» όχι μου είπε. Ήταν καλή κοπέλα δεν μας μάλωνε που την κοιτούσαμε. Μια φορά, άνοιξη αρχές καλοκαιριού, είχε έρθει στο σχολείο με φορεματάκι, κόκκινο με τιράντες. Μετά το πρώτο διάλειμμα, μόλις μπήκαμε στην τάξη πήγαμε μπροστά από το θρανίο της τρία αγόρια και της είπαμε διαμέσω εμού. «Εκ μέρος όλων των αγοριών της τάξης και κατ επέκταση του σχολείου θέλουμε από καρδιάς να σε ευχαριστήσουμε που ντύθηκες τόσο όμορφα σήμερα» . Κάθε φορά που την κοιτούσα βούλιαζα σε μια άχρονη πνευματικότητα η οποία απέπνεε την αναμονή της μοναξιάς. Μακάρι να ήξερα και τότε ότι η μοναξιά είναι πιο υποφερτή όταν κουβαλάς όμορφες εικόνες.
Εκείνη την μέρα κούφανα τον καθηγητή της φυσικής, μας είχε βάλει μια άσκηση σχετική με την ταχύτητα του φωτός. Ξέαμε ήδη ότι το φως κινείται με διαφορετική ταχύτητα μέσα στο νερό και με διαφορετική ταχύτητα εκτός νερού. Ξέραμε ήδη τις ταχύτητες του φωτός αντίστοιχα σε νερό και αέρα. Στην άσκηση έλεγε: ¨Ένα φως ξεκινάει από τον πάτο της θάλασσας που βρίσκεται στα δέκα μέτρα, σε πόση ώρα θα φτάσει το φώς σε ένα αεροπλάνο που πετάει εκατό μέτρα πάνω από την θάλασσα; Υποτίθεται ότι ήταν πολύ απλή άσκηση, το μόνο που έπρεπε να κάνει κάποιος ήταν δύο πολλαπλασιασμούς και μια πρόσθεση. Εμένα το μόνο που με ένοιαζε για το φως ήταν να συλλάβω με τα μάτια μου αυτό που έπεφτε πάνω στην ομορφότερη της τάξης και την έκανε να μοιάζει αγγελική, για όλα τα άλλα αδιαφορούσα. Φυσικά και δεν θα έχανα ούτε ένα δευτερόλεπτο για να κάνω καναδυο άψυχους, άχρηστους υπολογισμούς και να δώσω μια απάντηση που θα μπορούσε να δώσει ο οποιοσδήποτε. Μετά από ώρα ο καθηγητής ρώτησε φυσικά εμένα. Ήθελε να μου την πει επειδή ήμουν αδιάφορος . Με ρώτησε λοιπόν
-Για πες μας εσύ Ηρακλή…. Σε πόση ώρα θα φτάσει το φως από τον βυθό στο αεροπλάνο;
-Με συγχωρείτε κύριε αλλά δεν μπήκα καν στην διαδικασία να υπολογίσω επειδή ή άσκηση είναι από την διατύπωση της άκυρη…
-Άκυρη; Για εξήγησε μου και μένα που είμαι καθηγητής και δεν ξέρω πολλά… Μου είπε με μια σχετική ειρωνεία.
-Μάλιστα. Όπως μας έχετε πει το φως αποτελείται από σωματίδια, σωστά; Εδώ σε αυτήν την άσκηση πρέπει να βρούμε έναν αριθμό με πάρα πολλά δεκαδικά ψηφία, δηλαδή ψάχνουμε την λεπτομέρεια. Μας λέτε όμως να υπολογίσουμε δυο αποστάσεις που έχουν διανυθεί με διαφορετική ταχύτητα, αλλά σε μένα δεν μου φαίνεται ένα εφικτό ένα σώμα να βρεθεί από την μια στιγμή στην άλλη ακαριαία με διαφορετική ταχύτητα. Αν είναι να έχει κάποια ρεαλιστική βάση αυτή η άσκηση έπρεπε να μας είχατε δώσει και έναν τύπο για την επιτάχυνση του σωματιδίου έστω και αν αυτό άλλαζε ελάχιστα το αποτέλεσμα.
Ο καθηγητής σήκωσε το χέρι του και έξυσε του πηγούνι του. Με κοιτούσε και σκεφτόταν τι να μου απαντήσει. Του την είπα. Δεν μου απάντησε, ρώτησε την ομορφότερη της τάξης και εγώ ξανακύλησα στην ενατένιση της τέλειας χρωματικής μάζας που είχε βρει σωστά την άτοπη άσκηση που μας είχε βάλει ο καθηγητής. Η ταυτόχρονη συνύπαρξη ονείρου και πραγματικότητας στον ίδιο χώρο κρατάει πάντα λίγο, μετά ξυπνάς, ή κοιμάσαι. Όπως και την μέρα που κοιτούσα την κοπέλα που έμοιαζε με την ομορφότερη της τάξης μπήκε ένα σύννεφο ανάμεσά μας (δηλαδή τι σύννεφο, τα χνώτα μου έπεσαν στα γυαλιά μου και τα θάμπωσαν) έτσι και την μέρα που κοιτούσα την ομορφότερη της τάξης που φορούσε κόκκινο φορεματάκι μπήκε ένα σύννεφο ανάμεσα σε αυτήν και στον ζωοδότη ήλιο και η εικόνα σκοτείνιασε κάπως. Αυτό ήταν και η μεγάλη μου τιμωρία που την είπα στον καθηγητή μου.
Η ώρα τότε και τώρα ήταν 9:00 το πρωί. Τώρα έπρεπε να βρω να κάνω κάτι για να γεμίσω τη μέρα.
12 σχόλια:
Μη φύγεις. Θα έρθω later!
Tο ωραίο Nικοτίνε είναι ότι αυτά που γράφεις γίνονται αυτόματα εικόνες και είναι σα να βλέπω ταινία (μικρού μήκους), νομίζω στο έχω ξαναπεί αυτό, πολύ όμορφες εικόνες έφτιαξες για άλλη μια φορά, είναι απόλαυση να σε διαβάζω
Τι να σου βρε αθεόφοβε!
Κάνε κάτι με αυτά τα γυαλιά σου γιατί μου έχουν σπάσει τα νεύρα με την ... συμπεριφορά τους... και κάνε και μια πρόταση στον Παππουτσή να πάρει γριές στα ΜΑΤ. Έχεις δίκιο! Θα ήταν πιο αποτελεσματικές.
Και γιατί παρακαλώ δεν βρίσκεσαι στο MIT τώρα να διδάσκεις "σωματιδιακή φυσική" (αν υπάρχει τέτοια) παρά κάθεσαι εδώ και μας τρελαίνεις με τα απίθανα γραπτά σου; ε; Τον κούφανες τον καθηγητή σου.
Ότι και να πω σου λίγο είναι για την ζωντάνια των κειμένων σου.
Θα δοκιμάσω κι εγώ αυτό το θέαμα...υπό το ηλιακό φως πάντως χα χα χα
Καλά πώς τα κατάφερες να συνηπάρξουν στο κείμενο γριές,πιγκουίνοι και γκόμενες απορώ ακόμα!
Ωστόσο τόσο μένος να θέλεις να κοπανάνε τις γριές μετά οι κουκουλοφόροι??
Εμένα γιατί οι πιγκουίνοι μου φαίνονται πολύ χαρούμενοι??
Αλλη ράτσα κοιτώ εγώ??
Κάτι που κράτησα: που έμεινες με τον καφέ στο χέρι σίγουρα κάτι άλλο ήθελες να γράψεις:))
Φιλιά θαλασσινά για καλή Απόκρια!
sewsome
Να σαι καλά, είναι πολύ ενθαρρυντικό να βλέπω τέτοια σχόλια.
Και αν βρεθείς στον Τύρναβο την Δευτέρα θέλω να μεταφέρεις πληροφορίες.
Φιλιά
ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ
Τι εννοείς θα δοκιμάσεις αυτό ε το φως; Θα μπεις στο βυθό της θάλασσας και θα ανάψεις ένα φακό και θα μετρήσεις σε πόση ώρα θα φτάσει στο αεροπλάνο; Πως θα το κάνεις αυτό ρε άτομο;
Πλάκα κάνω, αυτό με το φως δοκίμασε το, το άλλο με το γυαλιά μην δοκιμάσεις..
Καλό τριήμερο φίλε μου.
Ζουζού
Για τις απόκριες λέω να ντυθώ τυχερός. Δύσκολο πράγμα για μένα
Το άλλο με τον καφέ στο χέρι, τι νόμιζες ότι ήθελα να πω; Με το γυαλί; με το φιλί, με το τυρί; με το χαρτί;
Φιλιά και καλό τριήμερο.
Κάτω τα χέρια από την ομορφότερη της τάξης! Δεν ανήκει σε κανένα! Respect! Μου 'λειψες...
Α, ο παραπάνω ανώνυμος υπογράφει ως jagos... You know
"Να έχετε μια υπέροχη δημιουργική μέρα!"!!! Ρε συ, λες να τους κάνουν βασανιστήρια τους ανθρώπους?? Έχουν ξεφύγει πολύ!
Εγώ πάντως αν ήμουν η κοπέλα στο σκηνικό με τα γυαλιά θα είχα πεθάνει στο γέλιο.
Επίσης, το να τη λέω στους καθηγητές ήταν πάντα αγαπημένη συνήθεια!
Και για το κλείσιμο, η ερώτηση "σε πειράζει που σε κοιτάω?" ΑΠΛΑ ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ! θα την κλέψω, δεν ξέρω, κάπως πρέπει να τη χρησιμοποιήσω!
Φιλιά?!
Jagos
Ανήκει σε όλους! Και για την ιστορία ο καθηγητής ήταν ο Μπόζο (Μάλκοβιτς)
Η Αθήνα σε περιμένει... Εσύ έτσι πράττεις;
Ναμνάιρα
Να φανταστείς προχτές μου είπε "Καλό Μήνα" και φεύγοντας μου πέταξε και ένα καλή "Άνοιξη να έχετε". Σαν να βλέπω τον justin Bieber να μου χαμογελάει.
Και γιατί να πεθάνεις από τα γέλια κούκλα μου; Θα έπρεπε να ρθεις και να μου πεις "έλα δεν πειράζει... δεν έγινε τίποτα... πες μου παιδάκι από ίδρυμα έφυγες να σε πάμε πίσω... κτλ κτλ..." Αν αυτού, εσύ θα γελούσες, τι να σου πω.......
Πάρε την ατάκα πάρ και τα φίλια μου, παρτα όλα και χαλάλι σου...
Φιλιά
Το είχα διαβάσει καιρό τώρα μέσω κινητού αλλά δεν μπορούσα να αφήσω σχόλιο... και τώρα που κάθισα στον υπολογιστή ξέχασα τι ήθελα να γράψω!
Πολύ γλυκό πάντως αυτό με την ομορφότερη μαθήτρια της τάξης!!
Όσο για την άλλη στη στάση καλά έπαθες! Τι τα θες και συ τα γυαλιά πρωί πρωί!!??
Αστειεύομαι...
Φιλιά!!
Αν και έχω μια αλλεργία το σχολείο προσπαθούσα να φανταστώ την εικόνα...
Όντως πολύ ζωντανό το κείμενο άσχετο αν από δική μου αναπηρία δεν έβαλα πρόσωπα ούτε στον καθηγητή αλλά ούτε και στην ομορφότερη της τάξης...
Μαρία
Τα γυαλιά ή ο καφές ήταν αυτό που δημιούργησε το πρόβλημα;
Ότι και να ήταν, καλά τα λες, καλά να πάθω...
φιλιά
Sacred Chemist
Δεν ανάγκη να βάλεις πρόσωπα, περισσότερο σαν ιδέες είναι... ίσως η ομορφότερη της τάξης ιδεατό.
καλή βδομάδα να χεις
Δημοσίευση σχολίου