Κυριακή 19 Δεκεμβρίου 2010

Πουτάνα Ζωή 1

Κρύο, τα πόδια μου έχουν παγώσει, περπατάμε σε δρόμους που δεν έχω ξαναπατήσει το πόδι μου. Παραπονιέμαι στους φίλους
-Ρε μαλάκες τι με φέρατε από δω; Αφού ξέρετε ότι δεν γουστάρω παρακμή…
-Σε λίγο που θα μπούμε και θα δεις θα αλλάξεις γνώμη…. μου λέει ο Γιώργος
-Δηλαδή δεν γίνεται να το αποφύγω; Γιατί δεν μου το είπατε από την αρχή ότι θα ρθούμε εδώ;
-Έλα ρε μαλάκα, πως κάνεις  έτσι; Κοντεύεις τα τριάντα και δεν έχεις πάει ακόμα σε μπουρδέλο, τι σόι άντρας είσαι εσύ;
-Πίστεψε με, δεν χρειάζομαι ένα μπουρδέλο για να αποδείξω αν είμαι άντρας
-Ναι είχες την Σ., αλλά έχει καιρό που έφυγε και πρέπει και εσύ να γαμήσεις λίγο… λέει ο τρίτος της παρέας ο Μιχάλης
-Άσε που η Σ. σε ήθελε μόνο για το σεξ… πετάγεται για να με πειράξει ο Γιώργος
-Όσο για αυτό, στο ορκίζομαι και άμα θες, δεν με πείραζε καθόλου.. τους απαντώ
-Ναι καλά…  σε ποιον τα πουλάς αυτά… επιμένει ο Γιώργος
-Δηλαδή αν ερχόταν μια κοπέλα σαν την Σ. και σου έλεγε μπορείς να έχεις το κορμί μου και να με κάνεις ότι θες αλλά ποτέ δεν θα έχεις την καρδιά μου τι θα έλεγες;  Δεν γουστάρω; Άσε μας ρε φίλε, θα ήθελα και εγώ να είχαμε περισσότερα αλλά ίσως είχε πρόβλημα ό αρραβωνιαστικός της… όποτε τι  να κάνω αρκέστηκα στο σεξ.
-Και εδώ το ίδιο θα κάνεις, αλλά χωρίς την Σ… λέει ο Μανώλης και με ρίχνει μια σιγανή αγκωνιά
-Δεν είναι το ίδιο και δεν είμαι τέτοιος, το ξέρετε
-Αυτό θα το δούμε….
Μπορεί να μιλούσα τόσο φαλλοκρατικά για την Σ. αλλά δεν ένιωθα ακριβώς έτσι,  ναι στην αρχή μου άρεσε το ανέμελο και το παράνομο, το να περνάω καλά χωρίς καμιά υποχρέωση αλλά αργότερα άρχισα να αισθάνομαι ότι αυτό με έτρωγε. Ένιωθα ότι μένω πίσω και ότι αυτό που έκανα ήταν τόσο απλό που μπορούσε να το κάνει και μια μαϊμού. Όσο και αν δεν το ήθελα έπρεπε να το σταματήσω και το χειρότερο απ όλα ήταν ότι δεν ήταν καθόλου δύσκολο, απλά δεν απάντησα δυο φορές σε δικό της  μήνυμα. Τόσο απλά και τόσο ανώδυνα, κι όμως θα ήθελα έστω και έναν καυγά, τίποτα…. ούτε αυτό… ούτε τίποτα… μόνο το τίποτα και το κενό που με καταδιώκει μια ζωή. Θα μου πει κανείς γιατί το ξεκίνησα εξ αρχής, γιατί έτσι, δεν έχω εξήγηση, γιατί έτσι… το πώς, θα το πούμε άλλη φορά, προς το παρόν έχουμε βγει μπορδελότσαρκα,  γιατί πήγα και εγώ μαζί τους; Γιατί έτσι, τόσο απλά και τόσο ανώδυνα, κι όμως ήθελα να φύγω, να μην είχα πάει,  δεν είμαι εγώ για αυτά, αλλά τώρα είμαι εκεί και περπατάω στο κρύο, με μουδιασμένο στομάχι και παγωμένα πόδια, με νεκρωμένο μυαλό που μια άγνωστή δύναμη το πιέζει να απαντήσει και να συμμετέχει στο κλίμα της παρέας και  -αν είναι δυνατόν-  να κάνω και πλάκα. Πλησιάζουμε στο πρώτο σπιτάκι με κόκκινη λάμπα. Τρεις παρέες αντρών βγαίνουν από μέσα , δέκα άτομα περίπου,  όλοι τους φυσιολογικά παιδιά και νέοι,  τι δουλεία έχουν σε μπουρδέλο αυτοί;  Πολύ μοναξιά έχει πέσει σ αυτήν την πόλη, και εδώ είναι το μέρος που την διαπιστώνει κανείς  καλύτερα απ οπουδήποτε αλλού.    

  Περιμένουμε στην πόρτα να βγούν και οι τελευταίοι, δεν μπορούμε να μπούμε γιατί μια στενή σκάλα είναι αυτή που οδηγεί τον κόσμο στον πάνω κόσμο της κόκκινης λάμπας και του παραδείσου. Αφού έχει βγει και ο τελευταίος, μπαίνει ο Γιώργος πρώτος, μετά ο Μανώλης και τελευταίος εγώ. Παραδόξως δεν έχω αγωνία, είναι απλά κάτι που συμβαίνει. Το έχω αυτό το κακό, ποτέ δεν αγωνιώ για τίποτα, απλά τα αφήνω να συμβούν και μετά ανησυχώ. Πόσες μα πόσες φορές κόντεψα να σκοτωθώ με το αυτοκίνητό, αντέδρασα πολύ απλά και άτονα, σαν να ρίχνω τα ζάρια σε παρτίδα τάβλι που παίζω μόνος μου. Ναι αυτός είμαι, ένας άτονος άνθρωπος.  Οι ελάχιστες μπουρδελότσαρκες που έχω κάνει περιορίζονται στο ελάχιστο δυνατό που  μου επιτρέπει να βάλω άρθρο πληθυντικού αριθμού, δηλαδή σε δύο, μια όταν ήμουν  δεκαπέντε για να δούμε μια απίστευτα χοντρή πουτάνα στο Βόλο και να γελάσουμε, και γελάσαμε, και άλλη μια στο στρατό στα Χανιά που πήγαμε να γαμήσει ένας Σαλονικίος που δεν την πάλευε άλλο όπως έλεγε, και γάμησε, αλλά μας φάνηκε περίεργο που η κοπέλα είχε τόσο  ανοιχτές πλάτες και τόσο δυνατά χέρια, νιεχ,  τέλος πάντων αυτός το χάρηκε και ήταν περήφανος που έβαλε και στα Χανιά την υπογραφή του όπως είπε.  Έχουμε ανεβεί τις σκάλες και είμαστε στην αίθουσα υποδοχής. Ένα δωμάτιο σε μωβ χρώμα,  με καναπέδες και πολλές πόρτες, χαμηλός φωτισμός και ντισκομπάλα στο κέντρο του ταβανιού να γυρίζει νωχελικά υπακούοντας στο ρυθμό μιας μπαλάντας των Scorpions. «ενδιαφέρουσα διακόσμηση» σκέφτηκα αλλά δεν μίλησα, οι άλλοι δύο κάθισαν με αυτοπεποίθηση σε έναν καναπέ και ο Μιχάλης μου έκανε νόημα να πάω να καθίσω δίπλα του «χαλάρωσε ρε» μου είπε μόλις έκατσα.  «Χαλαρός είμαι απλά κοιτάω την…» «Τι;» «Τίποτα, τι κάνουμε τώρα;» «Περιμένουμε να ρθει η πουτάνα» «μη μιλάς έτσι ρε μαλάκα για τις κοπέλες» με κοίταξε λίγο περίεργα και το κατάλαβα, περίμενε να τον κοιτάξω για να κουνήσει το κεφάλι του ,αλλά δεν τον κοίταξα, έμεινα να κοιτάω μια ασπρόμαυρη φωτογραφία με μια κοπέλα που κάπνιζε τσιγάρο και κοιτούσε έναν νέο μπρατσαρά που κρατούσε δύο λάστιχα μηχανής και απομακρυνόταν από αυτή, σημαντικό στοιχείο για την περιγραφή της εικόνας είναι ότι και οι δύο ήταν μέσα σε συνεργείο αυτοκινήτων και ακόμα σημαντικότερο στοιχείο είναι ότι η κοπέλα φορούσε ένα καυτό σορτς που ανεδείκνυε τα καλλίγραμμα πόδια της και ό νέος ήταν γυμνός από την μέση και πάνω. Τετραγωνάκια φωτός περνούσαν πάνω από αυτή την φωτογραφία κάνοντας ένα επαναλαμβανόμενο και ατέρμονο ταξίδι  γύρω γύρω στο δωμάτιο προσφέροντας μια ελαφρά αίσθηση κινητικότητας και ζωντάνιας στο χώρο.  Μια άλλη παρέα μπήκε μέσα, βολευτήκαν και αυτοί όπως όπως, βγήκε η τσατσά και μας χαιρέτησε.
-Γεια σας παιδιά, καλή σειρά, σε  λίγο θα ρθει και η κοπέλα να την δείτε
Καλή σειρά; Δεν το ήξερα καν ότι υπάρχει τέτοια ευχή, καλή σειρά; είναι δυνατόν;  Η τσατσά , κλασικά παλιά πουτάνα,  έκοψε σύντομα τις φάτσες μας,  έκατσε σε μια καρέκλα δίπλα στο κουζινάκι και  περίμενε χωρίς να λέει τίποτα. Απλά περίμενε. Κάποια στιγμή άνοιξε μια πόρτα και βγήκε μια κοπέλα μέσα από ένα δωμάτιο, πέρασε μπροστά απ όλους μας χαμογελαστή φορώντας μόνο ένα μπλε στριγκάκι. Στάθηκε δίπλα στην τσατσά πάντα με χαμόγελο, και η τσατσά άρχισε το ποίημα
-Αυτή είναι η κοπέλα παιδιά, πολύ καλή και πολύ εξυπηρετική, γαμισάκι, τσιμπουκάκι, πισωκολλητό  ελεύθερα πιασίματα, δεκαπέντε ευρώ, (μικρή παύση, μας κοιτάει όλους) ποιος θέλει να περάσει πρώτος;


Η κοπέλα έκανε ένα μικρό σπάσιμο της μέσης με νάζι και έφυγε και μπήκε στο κουζινάκι.  Κανένας δεν θέλησε να περάσει πρώτος, γιατί κανένας δεν ήθελε να μπει. Όλοι απλά τσεκάρανε ή είχαν πάει μόνο για το μπανιστήρι . Με το που μπήκε η κοπέλα μέσα όλοι στριμωχτήκαμε στην πόρτα που βρισκόταν πριν την σκάλα και περίμενε ο ένας τον άλλο να πάρει σειρά να κατέβει την  σκάλα που χωρούσε μόνο ένα άτομο.  Η ευχή της τσατσάς καλή σειρά δεν έπιασε σε μένα γιατί κατέβηκα τελευταίος την σκάλα, λίγο πριν κατεβώ γύρισα και χαιρέτησα την τσατσά.  «Γεια σας» της είπα, μόνο αυτό, και αυτή κούνησε καταφατικά το κεφάλι της και με κοίταξε πολύ λίγο, πάρα πολύ λίγο, ποτέ πριν δεν με είχε κοιτάξει κανείς λιγότερο. Το χειρότερο; Δεν με κοίταξε αφού κούνησε το κεφάλι, με κοίταξε πριν το κουνήσει! Έγινα ένας άλλος στους πολλούς, μα πόσους πολλούς; Είναι δυνατόν να είναι τόσοι;

Έχουμε βγει από το πρώτο μπουρδέλο και προχωράμε στα ενδότερα της μπουρδελοχώρας, κατά μήκος αυτού του πεζόδρομου υπάρχουν πολλά κόκκινα λαμπάκια , και πρέπει να πάμε σ  όλα.


ΥΓ1 Ναι είναι καινούρια σειρά
ΥΓ2 Όχι, δεν παράτησα τον Νεκροθάφτη
ΥΓ3 Δεν είναι αυτοβιογραφικό
ΥΓ4 Είναι μεγάλη ιστορία
ΥΓ5 Ευχαριστώ τους φίλους και τις φίλες για τις πληροφορίες για τα απαραίτητα αληθινά στοιχειά που θα προκύψουν παρακάτω

4 σχόλια:

Prisoned Soul είπε...

Με πέτυχες σε άσχημη στιγμή γι αυτό δεν 8α πω πολλά. Το κείμενό σου βγάζει μία απίστευτη ζωντάνια μέσα από την τραγικότητά του.
Γράφεις όλο και καλύτερα αυτό είναι σίγουρο...

zoyzoy είπε...

Υπέροχο το κείμενό σου περιγραφικότατος μπορώ να πω!
Τώρα εγώ σαν ανίδεη έχω μια απορία
Μόνο 15ευρώ??
Η καμιά πατσαβούρα ήταν η κοπέλα ή έχει πέσει τόσο χαμηλά η τιμή λόγω κρίσης:))

mr.alobar είπε...

ΒΥΣΣΙΝΟΚΗΠΟΣ ειναι του Αντον. Π. Τσέχωφ
Ο βραχόκηπος εναι του Καζαντζάκη

Nicotine είπε...

Μαρία

Ελπίζω ότι και να σου συμβαίνει να περάσει γρήγορα
Σ ευχαριστώ για τα καλά σου λόγια

Ζουζού

Όλες σου τις απορίες θα τις λύσω προσεχώς, συγνώμη που δεν απαντώ τώρα, αλλά είναι στοιχεία τις ιστορίας που θα προκύψουν αργότερα
Σ ευχαριστώ πολύ
φιλιά

Στα τέσσερα

Η μέρα ήταν Σάββατο , τα στήθη της μικρά και αυτή επίσης.  Τη λέγανε Αθηνά, τίποτα άλλο μη ρωτήσεις.  Δυο βδομάδες  μετά από αυτό το Σάββα...