Γραφιά του φάνηκε πως είδε να κατεβαίνει στη στάση,
Κοίταξε καλυτέρα και είδε πως ήταν ιπποπόταμος
Λούις Κάρολ
Τα χέρια βάρυναν και έπεσαν δίπλα στο νεκρό κορμί του, με άδεια χέρια φεύγει είπαν όλοι, μα και με άδεια χέρια περπατούσε πάντα, έτσι άδειος ήταν και στην ψυχή, δεν είχε πάρει ποτέ τίποτα και έτσι ήταν πάντα άδειος, τι να πεις για κάποιον που φεύγει; Τι να του πεις; Ότι ήταν να πεις το είπες
Χτες ήρθε μια μέλισσα και μου χτυπούσε το τζάμι, φύγε ρε της είπα, πριν από λίγο το καθάρισα, φύγε μην το βρωμίσεις με τα βρωμοπόδαρά σου, και μετά έπιασε βροχή, καρεκλοπόδαρα, λες να βρωμάνε και αυτά; Πήγα και μύρισα τα πόδια της καρέκλας και μου φάνηκε ότι η καρέκλα δεν ήταν στην θέση που την είχα αφήσει, ούτε και το κρεβάτι, μα ούτε και η πόρτα ήταν εκεί που την θυμόμουν, θεέ μου! Είμαι σε άλλο σπίτι, καλύτερο από το δικό μου, προφανώς, τρέχω να ανοίξω την πόρτα μα είναι κλειδωμένη , κοιτάω από το παραθυράκι της πόρτας έξω μα βλέπω μόνο ένα διάδρομο, και μετά από λίγο ένας ένστολος πλησίαζε προς την πόρτα μου, κάτι μέσα μου, μου έλεγε να μην μιλάω μ αυτόν, ναι σωστά θυμάμαι, δεν πρέπει να μιλάω μ αυτόν, γιατί πάντα καταλήγουμε να μαλώνουμε και μετά μου βάζουν αυτό το άσπρο το ρούχο με το οποίο δεν μπορώ να κουνήσω τα χέρια μου. Όχι δεν θα του μιλήσω, θα πάω να καθίσω στην καρέκλα μου, μα για κάτσε να δω μήπως βρομάνε τα πόδια της; Μπα όχι, τα δικά μου θα είναι… ευτυχώς δεν έχω τέσσερα πόδια, θα μύριζαν διπλάσια, αλλά λες μετά να μου δίνανε διπλάσιο δωμάτιο; Μπα, τέτοιοι που είναι αυτοί θα μου κόβανε τα δύο πόδια, άραγε ποια θα μου κόβανε τα πάνω ή τα κάτω; Μάλλον τα κάτω , τα πάνω τα χρειάζονται για να με δένουν. Αχ δεν έπρεπε να την μαλώσω την μελισσούλα , τι μου φταίγε και αυτή; Λες και ήθελε να μένει απ έξω; αυτοί την έκλεισαν έξω από το δωμάτιό μου, αχ δεν έπρεπε να της μιλήσω έτσι, την επόμενη φορά θα της έχω έτοιμο ένα γράμμα, και θα της το κολλήσω στο παράθυρο να το διαβάσει, και αν μπορεί ,θα την παρακαλέσω να πάει να βρει την αγαπημένη μου να της μιλήσει, μα τι λέω; Τρελός είμαι; Αφού δεν έχω στυλό και μολύβι, πώς να γράψω το γράμμα; Θα της κάνω νοήματα, αλλά μάλλον αυτήν θα καταλαβαίνει μόνο την νοηματική των μελισσών, πώς να πεις σε μια μέλισσα ότι είσαι στενοχωρημένος και ότι σου λείπει κάτι, εδώ οι άλλοι άνθρωποι δεν το καταλαβαίνουν καλά καλά, αλλά μήπως το είπα και ποτέ; Θα μου το είπα, δεν μπορεί. Το έλεγα με τον τρόπο μου, αλλά αυτοί νόμιζαν ότι είμαι τρελός, Τρελοί είστε εσείς ρε! Αμαν τι είναι αυτό; Α, το χέρι μου είναι, πως βρέθηκε εκεί; Γειά σου χέρι μου, τι κάνεις; Πόσο χρονών είσαι; Γιατί δεν μιλάς; Με θεωρείς και εσύ τρελό; Δεν είμαι τρελός, αλήθεια λέω, κάποτε ήμουν τρελός, τώρα όμως δεν είμαι, να κοίτα έχω την καρέκλα μου και το κρεβάτι μου και το δωμάτιό μου , γιατί να είμαι εγώ ο τρελός και όχι αυτοί που έχουν καλύτερη καρέκλα καλύτερο κρεβάτι και καλύτερο δωμάτιο; Και εγώ θα μπορούσα να τα έχω αυτά, αλλά έπρεπε να δουλέψω λέει, γιατί αυτοί που τα έχουν δουλεύουν πολύ, μα εγώ προτιμούσα να μιλάω με τον κόσμο παρά να προσπαθώ να πάρω καρέκλες και κρεβάτια, και οι άλλοι δεν θέλαν να τους μιλάω γιατί λέει τους απασχολούσα από τις δουλείες τους, και έτσι με έκλεισαν εδώ να μην μιλάω με κανέναν, αυτοί μιλάνε μεταξύ τους, αλλά δεν καταλαβαίνονται πολλές φορές , ή μιλάνε με ψέματα, γιατί να είμαι εγώ ο τρελός και όχι αυτοί;
Παλιοκαρέκλα, με κούρασες, τόση ώρα κάθεσαι από κάτω μου και δεν λες να κουνηθείς, τι θες να κουνηθώ εγώ; Να ρε κουνιέμαι! Τι κατάλαβες; Εγώ πάντως δεν κατάλαβα τίποτα . Εσείς χέρια μου καταλάβατε; Τι με κοιτάτε έτσι άδεια; Τι με κοιτάτε έτσι; Δεν φταίω εγώ! Μην κοιτάτε!
Και έστρεψε τα χέρια του στην πόρτα, για κακή του τύχη ήταν εκεί δυο φρουροί που τον κοιτούσαν, στην αρχή γελούσαν με τον τρελό που μονολογούσε, μα μόλις τους μούντζωσε τα πήραν στο κρανίο
-Εμάς μουντζώνεις ρε τρελέ! Τώρα θα δεις!
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Στα τέσσερα
Η μέρα ήταν Σάββατο , τα στήθη της μικρά και αυτή επίσης. Τη λέγανε Αθηνά, τίποτα άλλο μη ρωτήσεις. Δυο βδομάδες μετά από αυτό το Σάββα...
-
Τι κοινό μπορεί να έχουν εικοσιπέντε φωτογραφίες, μια τυρόπιτα, ένας καφές, ένας τρυποκάρυδος, ένας ψαράς, ένα άδειο καρότσι σ...
-
Η μέρα ήταν Σάββατο , τα στήθη της μικρά και αυτή επίσης. Τη λέγανε Αθηνά, τίποτα άλλο μη ρωτήσεις. Δυο βδομάδες μετά από αυτό το Σάββα...
-
Η ΣΥΝΆΝΤΗΣΗ Περπατούσα στην πλατεία του μετρό στην Πανόρμου, το περπάτημα μου είχε ξεσηκώσει τα περιστέρια και πετούσαν μπροστά μου, έμοια...
2 σχόλια:
Δεν ήταν αυτός ο τρελός, ούτε εσύ όμως που τον κατάλαβες εξαρχής...
Τρελοί όλοι εκείνοι που τρέχουν όλη μέρα με μόνη τους έγνοια να βγάλουν χρήματα, να αγοράσουν...ΣΑΜΠΩΣ ΘΑ ΤΑ ΠΑΡΟΥΝ ΜΑΖΙ ΤΟΥΣ ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ!;
όχι...
και κανείς τους δεν κάθεται να μιλήσει, κανείς τους δεν παρατηρεί τα μικρά πράγματα που όμως χαρίζουν την ομορφιά σε όλη την πλάση...
ένα λουλούδι που ανθίζει,
μια μέλισσα που πετά,
την ανατολή και ύστερα τη δύση του ήλιου,
ένα φιλί
μια αγκαλιά...
ένα όμορφο κείμενο...
φιλιά
Sweet truth!
Σε ευχαριστώ Μάρακι, πάντα το σχόλιό σου είναι μια ευχάριστη πινελιά που ομορφαίνει κάθε μου δημοσίευση
Φίλια να είσαι πάντα καλά και να απολαμβάνεις την τρέλα του κόσμου
Δημοσίευση σχολίου