Τρίτη 21 Σεπτεμβρίου 2010

Τρεις Γυναίκες

Δυο μήνες συγκατοίκησης, δεν ήταν πολύ, αλλά η φλόγα είχε αρχίσει να σβήνει, όχι ότι κάτι πήγαινε άσχημα, αλλά πλέον όλα ήταν αλλιώς. Πρώτα την κοιτούσε στα μάτια και ποτέ στο στήθος, μετά την κοιτούσε περισσότερο στο στήθος και λιγότερο στα μάτια, λίγο αργότερα την κοιτούσε που και που μόνο στο στήθος, και τώρα τελευταία δεν την κοιτούσε καν, προτιμούσε να κοιτάει τηλεόραση παρά αυτήν. Είχαν συνηθίσει ο ένας τις ιδιαιτερότητες του άλλου, αυτόν πλέον δεν τον ενοχλούσε το ότι η κοπέλα του άκουγε σκυλάδικα τύπου Κιάμου και Βέρτη , ούτε και αυτήν την πείραζε το ότι αυτός κλεινόταν με τις ώρες στην τουαλέτα. Και άλλα πολλά είχαν συνηθίσει, έτσι όπως μόνο οι εκπαιδευμένοι σχεσάκηδες συνηθίζουν. Τα πράγματα όμως περιπλέχτηκαν τις τελευταίες δυο βδομάδες, νέο μέλος προστέθηκε προσωρινά στο σπίτι, πραγματικά νέο, η δεκαοχτάχρονη δεύτερη ξαδέρφη της κοπέλας που ήρθε στην πόλη να σπουδάσει, και μέχρι να βρει δικό της σπίτι έμενε με τα παιδιά ως φιλοξενούμενη. Η νέα έφερε ζωή στο σπίτι, αλλά εκτός από ζωή έφερνε και μια φίλη της, την κολλητή της όπως την έλεγε και κοιμόταν μερικά βράδια μαζί τους στο δωμάτιο της ξαδέρφης. Περίεργα πλάσματα αυτοί οι νέοι , έτσι πίστευε ο φίλος μας, αλλά δεν πίστευε πότε ότι θα του συμβεί κάτι τόσο περίεργο όπως την νύχτα που θα αναφέρουμε…

Κοιμάται βαθιά, δεν ακούει τίποτα, ούτε την πόρτα που ανοίγει, ούτε αισθάνεται το ότι κάποια έχει σηκώσει το σεντόνι και έχει απλώσει το χέρι της πάνω του, η πρώτη του επαφή με την πραγματικότητα είναι όταν αντιλαμβάνεται κάποιο χέρι να του κατεβάζει το εσώρουχο. Το πρώτο που του έρχεται είναι να τιναχτεί πάνω αλλά σκέφτεται ότι θα ξυπνήσει την κοπέλα του και θα γίνει χαμός, άντε μετά να εξηγήσει ότι αυτός δεν προκάλεσε τίποτα. Μες στο σκοτάδι δεν βλέπει τίποτα, μόνο σαν σκιά ότι κάποιο άτομο είναι κάτω από το σεντόνι και αυτό το άτομο του κατεβάζει το εσώρουχο. Τώρα είναι αργά, το εσώρουχο έχει κατεβεί αλλά αυτός αντιστέκεται σ αυτό που πάει να συμβεί, κρατάει με δύναμη αυτό το άτομο που έχει εισβάλει κάτω από το σεντόνι, έχει βάλει δύναμη αλλά δεν κάνει απότομες κινήσεις μην ξυπνήσει την άλλη δίπλα του. Η εισβολέας δεν υπολογίζει τίποτα, σπρώχνει απότομα τα χέρια που της κρατούσαν του ώμους και ορμάει πάνω του. Το στόμα της πέφτει στην κοιλία του και το χέρι της αρπάζει τον μοχλό του πόθου του, χωρίς κανέναν ενδοιασμό παίρνει στο στόμα της αυτόν το μοχλό και αρχίζει την μυστική τελετουργία. Αυτός στα χαμένα προσπαθεί να την απωθήσει, αλλά δεν τα καταφέρνει, θα τα κατάφερνε μόνο αν έκανε φασαρία, αλλά κάτι τέτοιο δεν το ήθελε. Η εισβολέας έκανε την δουλεία της σαν άγριο ζώο, με τέτοια μανία που θα έλεγε κανείς ότι μοιάζει με ύαινα που λίγο πριν πεθάνει από την πείνα βρίσκει ένα σκοτωμένο ελάφι με σκισμένη και την κοιλιά και ορμάει πάνω και ξεσκίζει με λύσσα τις σάρκες, που και που σηκώνει την ματωμένη μουσούδα της να πάρει μια ανάσα και συνεχίζει το οργασμικό φαγοπότι με την ίδια λύσσα και βία. «Πουτανάκι» σκέφτηκε, και άπλωσε το χέρι του στα μαλλιά της μήπως και καταλάβει από αυτό ποια μπορεί να είναι, έτσι όπως τα έψαξε τα έριξε χωρίς να το θέλει πάνω στην κοιλιά του, η εισβολέας σήκωσε το κεφάλι της σε μια κίνηση που αποτελεί μέρος της τελετουργίας και αυτή η κίνηση τράβηξε τα μαλλιά της πάνω από την κοιλιά του, όλο αυτό του προσέφερε ένα ιδιαίτερο χάδι και με δυσκολία έπνιξε ένα λυγμό πόθου. Το κεφάλι του κάνει σπασμούς προς τα πίσω και πόδια του συσπώνται σαν να βλέπει εφιάλτη, αλλά πέραν αυτών των κινήσεων μένει όσο το δυνατόν ακίνητος και αθόρυβος, έχει παραδοθεί πλέον στη ζωώδη ορμή της φύσης, της νεότητας και της ανομίας. «Ποια απ τις δύο να ναι; Πουτανάκια» Η ένταση του έχει φτάσει στο αποκορύφωμα, έχει ταχυκαρδίες και έχει ιδρώσει, η θερμοκρασία κάτω από το σεντόνι έχει ανεβεί αισθητά , και η άλλη δίπλα του μες στα σκοτάδια κοιμάται. «Σάμπως μπορεί να κάνει και τίποτα άλλο… Τον τελευταίο καιρό όλο κοιμάται… ενώ το αγρίμι εδώ…. Πουτανάκι….» Η εισβολέας ακάθεκτη στη δουλεία της, ο τύπος δεν αντέχει άλλο, πλησιάζει και θέλει να φωνάξει, πιάνει την κοπέλα από τα μαλλιά και προσπαθεί να διοχετεύσει εκεί την ένταση του, της τραβάει τόσο δυνατά τα μαλλιά σαν της λέει θα σου κάνω ζημιά, αλλά αυτήν σα σωστό αγρίμι τον απειλεί με τα δόντια της . Ακουμπάει με τα δόντια της απαλά πάνω στο όργανο στο οποίο θα μπορούσε να κάνει μεγαλύτερη ζημιά και τον απειλεί να την αφήσει, έτσι είναι το σωστό αγρίμι, ξέρει πώς να απειλεί, αυτός υποκύπτει στην απειλή της και αφήνει σιγά σιγά τα μαλλιά της και αυτή αφήνει τα χείλη της να κυλήσουν πάνω στα δόντια της και συνεχίζει την δουλεία της. Μια άτυπη υποχθόνια μυστική διαφωνία μεταξύ ανθρώπου και ζώου είχε λάβει τέλος με νικητή φυσικά το ζώο. Πόσο ωραία αισθάνονται οι άνθρωποι όταν αφήνονται και γίνονται ζώα… Πάντα κερδίζουν. Τώρα όμως έπρεπε να τελειώσει, έφερε το μαξιλάρι στο πρόσωπό του, το δάγκωσε με όλη του την δύναμη, το πίεσε όσο δυνατά μπορούσε και αφέθηκε στην καταπραϋντική απελευθέρωση των υγρών του στο γενναιόδωρο στόμα του αγριμιού , και σαν διψασμένο που ήταν δεν άφησε ούτε σταγόνα να πάει χαμένη…. Δεν μπόρεσε όμως να αντισταθεί στους σπασμούς , άλλη μια φορά νικήθηκε από την φύση. Η εισβολέας άπλωσε το χέρι της στο στήθος του και τον άγγιζε με κάτι που έμοιαζε με τρυφερότητα , αλλά αυτός ούτε που σκέφτηκε να ανταποδώσει αυτήν την τρυφερότητα αγγίζοντας το χέρι της. Ένιωθε το χέρι της στο στήθος του και το γυμνό της στήθος στο πόδι του. Όχι μόνο είχε τολμήσει να εισβάλει στο δωμάτιό τους αλλά είχε εισβάλει και γυμνή. Τελευταία πράξη απομακρύνεται από πάνω του κατεβάζοντας το χέρι της αργά προσφέροντας του ένα τελευταίο χάδι στο φύλλο του, αυτός δεν αντέδρασε, έχει μείνει εκεί κάτω από το μαξιλάρι του με την ταχυκαρδία του, τον ιδρώτα του μα πάνω απ όλα με την αναθεώρηση των πάντων. Μετάνιωσε που δεν της έκανε μια γρατσουνιά, έστω στο χέρι ,έτσι ώστε την επόμενη α μπορέσει να καταλάβει ποια ήταν. «Πουτανάκι, δεν το πιστεύω τι έκανες…..» μα με το που σκέφτηκε αυτό, λίγα μόλις δευτερόλεπτα αφότου έφυγε η άλλη, αισθάνθηκε την κοπέλα του δίπλα να σαλεύει, την είδε σαν σκιά να κάθεται στο κρεβάτι…. «Τώρα θα γίνει χαμός…. Μ άφησε να δει μέχρι που θα φτάσει και τώρα θα γίνει Ό χαμός….» Σκέφτηκε χωρίς να έχει πάρει τελείως το μαξιλάρι από πάνω του… Συνέχιζε να την κοιτάει να κάθεται στο κρεβάτι, δεν μπορούσε να κάνει κάτι άλλο, σε λίγο θα ξεσπούσε η μπόρα….

Την κοπέλα την γνώρισε πριν από ένα χρόνο μέσω κοινών γνωστών, στην αρχή ο έρωτας ήταν κεραυνοβόλος , θυμάται ακόμα και τώρα τι ρούχα φορούσε εκείνη την μέρα η κοπέλα. Χάθηκε αμέσως στην μαύρη της ματιά, μια ματιά που θυμίζει πάνθηρα, και το μαύρο κολλητό μακρυμάνικο μπλουζάκι που άφηνε να διαγράφονται τέλεια τα λεπτά της χέρια και το γυμνασμένο της κορμί. Όλα μαύρα λοιπόν, ένας πάνθηρας μέσα στη νύχτα που έψαχνε μια συντροφιά. Αυτός είχε ταυτιστεί με το άλμπατρος απ το ποίημα του Μπωντλαίρ, αυτά τα μεγάλα περήφανα πουλιά που πετούσαν αγέρωχα στους ουρανούς μα σαν τα πιάναν οι ναυτικοί και τα δέναν στα καράβια γινόταν περίγελα των πιο ταπεινών ανθρώπων, έτσι ένιωθε και αυτός, ότι όσο πετούσε στους αιθέρες μες στα τρελά όνειρά του ήταν περήφανος και αγέρωχος , μα σαν αντιμετώπιζε την γήινη πραγματικότητα ένιωθε το βάρος της πεζότητας να πέφτει στις πλάτες του και οι ναυτικοί του καίανε το ράμφος του με τις πίπες τους(πίπες;) για πλάκα. Και κάπως έτσι συναντήθηκε ο μαύρος πάνθηρας με τον λευκό άλμπατρος , το λευκό και το μαύρο καιροφυλακτούσε την στιγμή που θα ερχόταν ο κορεσμός στη σχέση τους ,και όταν ήρθε έκανε ασπρόμαυρη την ζωή τους, δίχως χρώμα. Το πρώτο χρώμα στην καθημερινότητα τους μετά από καιρό ήρθε μαζί με την μικρή, που τους αναστάτωνε με την προκλητική της αφέλεια. Η μικρή είχε πάντα προβλήματα, το παραμικρό εμπόδιο το παρουσίαζε σαν ανυπέρβλητο πρόβλημα και φαινόταν αρκετά διασκεδαστικό στο ζευγάρι να την δουλεύουν για αυτά της τα προβλήματα. «Δεν μου έκανε αναπάντητη ό τάδε» βέβαια, τεράστιο πρόβλημα… Εκτός όλων των άλλων η μικρή ήταν και όμορφη και το βλέμμα της είχε κάτι το σαγηνευτικό, κάτι πονηρό, η στάση του σώματος της ήταν απερίγραπτη, ξάπλωνε στον καναπέ πάντα με τα σορτσάκια της και είχε γυρισμένα τα οπίσθιά της προς κοινή θέα μονίμως ‘’τουρλωμένα’’ και συνέχεια μα συνέχεια έστελνε μηνύματα με το κινητό της. Η φίλη της μικρής δεν πήγαινε πίσω, μια από τα ίδια, στην αρχή όταν έμπαινε στο σπίτι ήταν κάπως συγκρατημένη, αλλά μετά από λίγες μέρες ξέφυγε τελείως, πλέον τα κορίτσια γελούσαν με το παραμικρό και οι πονηρές ματιές ήταν απροκάλυπτες. Η κοπέλα ή δεν έδινε σημασία ή δεν καταλάβαινε τίποτα αλλά ο δεσμός της κοπέλας ήταν σε αναμμένα κάρβουνα, δεν είχε σκοπό να κάνει κάτι με τα κορίτσια αλλά όπως και να το κάνουμε μια αναστάτωση την είχε πάντα. Παρόλο που είχε επέλθει ο κορεσμός την αγαπούσε την κοπέλα του και ευχόταν να βρεί σύντομα σπίτι η μικρή για να φύγει ο πειρασμός από το δικό του, αν και όσο προχωρούσε ο καιρός δεν ήταν σίγουρος ότι ήθελε να συμβεί αυτό. Τώρα όμως είναι ξαπλωμένος στο κρεβάτι και τρέμει την στιγμή που θα ξεσπάσει η κοπέλα του, αλλά παραδόξως αυτό δεν συμβαίνει, την βλέπει να ξαπλώνει και να σκεπάζεται, μα που να το σκεφτεί ότι είχε συμβεί το μόνο που μπορούσε την κάνει καθίσει στο κρεβάτι και να ξαπλώσει χωρίς να πει τίποτα…. Είχε συμβεί κι άλλες φορές η κοπέλα όταν πίνει να υπνοβατεί ή να κάθεται στο κρεβάτι για λίγο και μετά να ξαπλώνει πάλι, έτσι είχε γίνει και εκείνη την μέρα, είχαν πιει με τα κορίτσια λίγο κρασί, όχι πολύ, λίγο ίσα ίσα που να αποκαλύψει τα μικρά προβλήματα του καθενός, η κοπέλα του υπνοβάτησε για λίγο, αυτός είχε μια μόνιμη στύση που υπό άλλες συνθήκες δεν θα την είχε και μια από τις κοπέλες έσπασε κάθε ηθικό ενδοιασμό που είχε και του την έπεσε στα ίσια. Ο τύπος όμως είχε ακούσει την κραυγή του άγριου κτήνους και πλέον δεν θα ήταν ποτέ ξανά ο ίδιος, ένα αγρίμι ήρθε μέσα στην νύχτα και του σφύριξε το τραγούδι της ζούγκλας, αυτό που σε κάνει να τρομάζεις και να σου κόβονται τα πόδια, μα σαν τελειώσει και βγεις ζωντανός αντιμετωπίζεις την ζωή αλλιώς , με άλλο μάτι. Σηκώθηκε από το κρεβάτι του με την καρδιά του να χτυπάει ακόμα πολύ δυνατά , περνώντας από τον διάδρομο άναψε τον θερμοσίφωνα , ένα μπάνιο θα ήταν ότι έπρεπε τώρα. Πήγε και άραξε στον καναπέ και άναψε την τηλεόραση, είχε τηλεμάρκετινγκ , ούτε που τον ένοιαξε να αλλάξει κανάλι, βυθίστηκε στις σκέψεις του. Είχε ένα προαίσθημα ότι αύριο θα είναι μια πολύ ιδιαίτερη μέρα. Πάμε στο αύριο και θα επανέλθουμε εδώ, γιατί ο φίλος μας πήγε για μπάνιο και είχε αφήσει ανοιχτή την τηλεόραση …..

Την επόμενη το πρωί μόλις σηκώθηκε ένιωσε πραγματικά πρώτη φορά το αίμα του να κυλάει στις φλέβες του με τέτοιο τρόπο, με τόση ζωντάνια,…. Αισθανόταν πολύ όμορφα, πάρα πολύ όμορφα και διαφορετικά, θα ήταν κρίμα μια τέτοια μέρα να πάει στη δουλειά, κι έτσι απλά αποφάσισε να μην πάει. Όπως όλοι οι άνθρωποι το πρώτο πράγμα που έκανε ήταν να πάει στην τουαλέτα, αφού τελείωσε την δουλεία του ούτε που σκέφτηκε να κατεβάσει το καπάκι της τουαλέτας. Ήταν η πρώτη φορά από τότε που συγκατοικούσε με γυναίκα που δεν κατέβαζε το καπάκι της τουαλέτας, γι αυτόν και για πολλούς αποτελεί δείγμα σεβασμού προς το άλλο φύλλο. Έκατσε στον καναπέ και άνοιξε την τηλεόραση, τι κι αν χτες έβλεπε τηλεμάρκετινγκ σήμερα αφέθηκε να πέσει πιο χαμηλά και έβλεπε πρωινάδικα τύπου Αφτια (αλήθεια δεν ξέρω αν υπάρχει αυτός ακόμα..). Όπως και χτες δεν παρακολουθούσε , απλά την είχε ανοιχτή και κοιτούσε. Ξαφνικά διαπίστωσε ότι δεν έχει κατεβάσει το καπάκι της τουαλέτας, αλλά και πάλι δεν τον ένοιαξε , γέλασε με την ιδέα ότι αν είχε συμβεί αυτό χτες θα είχε σηκωθεί μόνο και μόνο για να πάει να το κατεβάσει. Μετά από μια ώρα περίπου πρώτη σηκώθηκε η φίλη της ξαδέρφης, βγήκε από το δωμάτιο της και μπήκε στην τουαλέτα, περισσότερο κοιμισμένη παρά ξύπνια, δεν τον είδε καν να κάθεται στον καναπέ, η κοπέλα περπατούσε μ αυτό νυσταγμένο ύφος και όλα πάνω της του φάνηκαν τόσο στρόγγυλα εκτός από το κινητό που κρατούσε στο χέρι της, εντάξει… καλά να στέλνει μηνύματα στον ύπνο της… αλλά και στην τουαλέτα; «λες να ήταν αυτήν;» σκέφτηκε, και έφερε πάλι το χτεσινό σκηνικό στο μυαλό του, μέσα στο εσώρουχό του κάτι ανακατώθηκε σαν μικρό γατάκι που νυστάζει και χουζουρεύει « Ήρεμα ….» είπε στον εαυτό του και μετά είδε την μικρή να βγαίνει από την τουαλέτα. Τον χαιρέτησε αδιάφορα και πήγε στην κουζίνα. Φορούσε ένα σορτσάκι και ένα μπλουζάκι και χωρίς σουτιέν. Στον αδιάφορο χαιρετισμό της αυτός παρατήρησε όπως ποτέ άλλοτε τις κινήσεις όλου της κορμιού. Μετά από λίγο βγήκε από την κουζίνα με ένα καφέ στο χέρι, έσυρε τα πόδια της και έκατσε δίπλα του. Έβαλε τα πόδια της πάνω στο τραπεζάκι επιδεικνύοντας με την προκλητική της αφέλεια τα μπούτια της. Πάλι το γατάκι ανακατώνεται…
-Δεν πήγες στην δουλεία σήμερα; του είπε η κοπέλα που νύστα της είχε εξαφανιστεί τελείως…
Αυτός την κοιτούσε στα μάτια αρκετή ώρα , περισσότερη απ ότι συνήθως, και αυτήν κατάλαβε ότι κάτι ήθελε να της πει και όλο της το σώμα το κυρίεψε ένα ρίγος
-Μ’ αρέσεις.. της είπε κοιτώντας την παγερά στα μάτια, μ΄ αρέσεις πολύ, σ έχω ερωτευτεί τόσο που δεν πάει άλλο, κάπου εδώ σκέφτηκε να πει κάτι ρομαντικό ή κάτι που θα ακουγόταν όμορφο αλλά δεν γαμιέται, σκέφτηκε ,δεν είμαι πλέον για τέτοια, την κοίταξε λίγο ακόμα στα μάτια και της είπε : μ αρέσουν πολύ και τα βυζάκια σου..
Με το που άκουσαν το όνομά τους τα βυζάκια της μικρής, τσακ! Τεντώθηκαν να ακούσουν τι άλλο θα έλεγε για αυτά.
Αν ήμασταν σε ταινία ,κάπου εδώ θα ακουγόταν ο ήχος της βελόνας του πικάπ που γλιστράει πάνω στο δίσκο και διακόπτει βάναυσα την μουσική, γιατί έτσι έγινε, βγήκε η κοπέλα από την κουζίνα, προχώρησε προς το δωμάτιό της και του είπε πάλι αδιάφορα «Πάω να συνεχίσω τον ύπνο, τα λέμε μετά» . Έμεινε μόνος του στον καναπέ με την διαπίστωση πως ότι είχε φανταστεί πριν από λίγο δεν συνέβη ούτε στο ελάχιστο. Παρόλα αυτά όμως αυτός παρέμενε ερωτευμένος με το πλάσμα που του αναστάτωσε τον χθεσινό ύπνο , ήθελε πάση θυσία να μάθει ποια από τις δύο ήταν και να την εκδικηθεί με ένα γαμ… εεε, έρωτα που θα τον θυμόταν για όλη της τη ζωή. Δεν πίστευε τον εαυτό του πλέον, ερωτεύτηκε μια πίπα, δεν κατέβασε το καπάκι της τουαλέτας, φαντάστηκε ότι μίλησε σε κοπέλα για τα βυζάκια της και δεν καλημέρισε την κοπέλα του που μόλις βγήκε από το δωμάτιό τους. Επειδή γράφω ποστ και όχι βιβλίο (νουβέλα, κι αυτό καλό;) πρέπει να προχωρήσω γρήγορα στον διάλογο να μην κουράσω άλλο, οπότε πάμε γρήγορα, τουαλέτα, καζανάκι, κουζίνα, καναπές, διάλογος
-Πως και δεν πήγες δουλεία σήμερα;
-Δεν είχα όρεξη…
-Μια χαρά ορεξάτος μου φαίνεσαι
-Δεν είχα όρεξη για δουλεία
-Μπα, πως κι έτσι;
-Έτσι…
-Συμβαίνει κάτι;
-Σαν τι να συμβαίνει;
-Να… μιλάς περίεργα
-Έτσι μιλάω…
-Τι άλλαξε κάτι; Μήπως έχει σχέση μ αυτό που έγινε χτες το βράδυ;
-Τι εννοείς; τι έγινε χτες το βράδυ;
- Τι τώρα θα κάνεις ότι δεν ξέρεις τι έγινε χτες το βράδυ;
Κάπου εδώ αρχίζει και τα χάνει ο φίλος, τι να κάνει; Να συνεχίσει τον ανήξερο ή να παραδεχτεί κι ότι θέλει ας γίνει; Αν έφευγε θα έχανε και τα κορίτσια, και δεν θα μάθαινε ποτέ ποια απ τις δυο…. Έτσι συνέχισε προσποιητά χαλαρός
-Ξέρω τι έγινε χτες το βράδυ… και τι θες να κάνω τώρα;
-Τιιιι! Μόνο αυτό έχεις να πεις;
-Τι να πω; Εσύ γιατί δεν είπες τίποτα χτες;
-Θα προτιμούσες να είχα πει;
-Δεν ξέρω…. μα καλά , τα κατάλαβες όλα;
-Φυσικά και τα κατάλαβα όλα! Τι ερώτηση είναι αυτή; Τι νόμιζες ότι ήμουν μεθυσμένη ή ότι είχα τίποτα απ αυτές τις υπνοβασίες που λες εσύ ότι έχω; Είχα πλήρη συναίσθηση του γινόταν και θεωρώ αυτήν την συζήτηση τουλάχιστον προσβλητική και ηλίθια !
-Δεν περίμενα να γινόταν καν αυτή η συζήτηση, αλλά μια που φτάσαμε εδώ …αχ…. Έχω μια απορία, μια ερώτηση…. Σε σένα που τα κατάλαβες όλα…
-Πες την, του είπε θυμωμένη
-Ποια ήταν;

Πάμε στην προηγούμενη νύχτα, όπως είπα είχε ανάψει το θερμοσίφωνα και έκατσε στον καναπέ να δει τηλεόραση, μετά από λίγο υπολόγισε ότι θα είναι έτοιμο το νερό, αφού χτυπούσε ακόμα έντονα η καρδιά του έκανε κάτι τολμηρό, κάτι που θα μπορούσε να είχε άσχημες συνέπειες, σηκώθηκε από τον καναπέ, περπατώντας έβγαλε το μπλουζάκι του, το πέταξε στο πάτωμα , μπήκε μέσα στην τουαλέτα και άνοιξε το νερό του μπάνιου και το άφησε να τρέξει μέχρι να γεμίσει η μπανιέρα, κάθε τόσο δοκίμαζε το νερό, ήθελε να είναι όσο το δυνατόν καυτότερο μπορούσε να αντέξει, και άντεχε πολύ, αλλά αυτήν την μέρα έπρεπε να αντέξει περισσότερο. Σε λίγα λεπτά ήταν έτοιμο και το μπάνιο, έβγαλε το σλιπάκι του και μπήκε σιγά σιγά μέσα στην μπανιέρα. Το νερό έκαιγε όλο του κορμί, ένιωθε μια επιτακτική χαλάρωση, μια χαλάρωση που όσο και αν ήθελε δεν θα μπορούσε να της αντισταθεί, η δεύτερη καλύτερη απόλαυση για έναν άνθρωπο , την καλύτερη την είχε γευτεί μόλις πριν, στο κρεβάτι (το διευκρινίζω γιατί μερικοί περίεργοι θα υπέθεταν καθισμένος στη λεκάνη).Λίγο πριν μπει στο νερό η έντασή του χτυπούσε κόκκινο, «κόκκινο το στριγκάκι της μικρής…. Ποιάς όμως…..» η καρδιά του, λες και ρουφούσε με απίστευτη δύναμη το αίμα του πήγαινε να σπάσει «η μικρή …τι πουτανάκι…. πως ρουφούσε έτσι το αγρίμι … και το στήθος της… τόσο σφιχτό στο πάνω πόδι μου πήγαινε να σπάσει….» το πρόσωπο του ήταν αναψοκοκκινισμένο, μια κάψα κάτω από τους λοβούς των αυτιών και μια συσπείρωση αίματος στη μύτη του «και τα μαλλιά της πόσο απαλά σε σύγκριση με την όλη βιαιότητα της πράξης … τα μαλλιά της τώρα θα είναι απλωμένα πάνω σε κάποιο μαξιλάρι και κάποια από αυτά, πολύ μικρά σε μήκος θα έχουν κρυφτεί ιδρωμένα πίσω από τους λοβούς των αυτιών της και η μυτούλα της θα ρουφάει τον αέρα που ήρεμα θα ανασηκώνει τα στηθάκια της κάτω από το δροσερό σεντόνι… ποια από τις δύο ήταν γαμώ την πουτάνα μου….» Τώρα είναι μέσα στην μπανιέρα και το μεγαλύτερο μέρος της έντασης έχει φύγει από πάνω του , που να χει πάει άραγε; Μέσα στο νερό μήπως; Αν ίσχυε αυτό τότε το νερό αυτό που θα κατέληγε κάποια στιγμή στη θάλασσα θα προκαλούσε ένα τέτοιο αναβρασμό σ όλα τα πλάσματά της που θα φοβόμασταν όλοι να μπούμε στο νερό μην τυχών και αυτά τα πλάσματα μας γαμ… Δεν ολοκλήρωσε την σκέψη του, τον πήρε σχεδόν ο ύπνος, τέτοια ήταν η χαλάρωση που του πρόσφερε αυτό το μπάνιο που δεν ήξερε αν κοιμόταν ή αν ήταν ξύπνιος. Η τηλεόραση αν και σε χαμηλή ένταση ακουγόταν από το δίπλα δωμάτιο και η πόρτα του μπάνιου ήταν ξεκλείδωτη, δεν θα σου κάνω την χάρη όμως να σου δώσω και άλλη σκηνή γιατί αργήσαμε…. Ευτυχώς δεν έγινε τίποτα όσο ήταν στο μπάνιο, ξύπνησε ή συνήλθε μετά από ώρα , και ένιωσε το νερό λίγο κρύο, σηκώθηκε σκούπισε τα νερά με μια πετσέτα, πέρασε απ΄ το σαλόνι , έσβησε την τηλεόραση και πήγε στο κρεβάτι του. Λίγο πριν κοιμηθεί σκέφτηκε να πάει να ρίξει μια ματιά στο δωμάτιο των κοριτσιών , αλλά όχι… θυμήθηκε πιο παλιά ένα βράδυ που είχαν γυρίσει αργά με την κοπέλα του εκείνη του είχε ζητήσει να κοιτάξει αν είναι εντάξει τα κορίτσια, χτύπησε την πόρτα, δεν πήρε απάντηση και άνοιξε λίγο να δει και η μικρή φίλη της ξαδέρφης, η καημένη κοιμόταν με εκτεθειμένο το ένα της στήθος… αν το έβλεπε αυτό τώρα θα πάθαινε καρδιά… αλλά λες να το είχε κάνει και τότε επίτηδες η μικρή; Βρες λες να ήταν αυτήν; Και οι ματιές; Και για ποιο λόγο ερχόταν τόσο καιρό εδώ ενώ είχε και άλλους φίλους να μένει, όλα άρχισαν να αποκτούνε μορφή… αλλά δεν ήταν σίγουρος…. Βρε λές;


Αυτήν του την απορία, θα την έλυνε το επόμενο πρωί καθισμένος στον καναπέ με, αν είναι δυνατόν! με την κοπέλα του. Ενώ ξέρει ότι ξέρει η κοπέλα του τι έχει συμβεί, πραγματικά ασυναίσθητα, δεν τον νοιάζει να δικαιολογηθεί, να ζητήσει συγγνώμη, γιατί δεν αντέδρασε χτες αυτήν, το μόνο που τον νοιάζει είναι να μάθει ποια ήταν. Και είμαστε στο σημείο που θα πάρει την απάντηση του τόσο διακαώς επιθυμεί
-Ποια ήταν;
-Τι εννοείς ποια ήταν;
-Ελά ρε…. Μην το κουράζεις… ποια μου πήρε ΠΙΠΑ
-Είσαι αισχρός! Τι εννοείς ποια σου πήρε ΠΙΠΑ! Ήμουν ΕΓΩ και καμία άλλη!
Ένα εκατομμύριο εγκεφαλικά! Είναι δυνατόν να ήταν αυτήν; Μα πως δεν πήγε το μυαλό του εκεί; Όλη του η φαντασίωση ήταν ένα ψέμα; Μα γιατί δεν τον ξύπνησε να ξέρει ποια είναι; Προφανώς εκείνη το θεωρούσε αυτονόητο, αυτός γιατί όχι; Δεν μπορούσε να το σκεφτεί τώρα, όσο και αν δεν ήθελε να το πιστέψει τώρα αυτό, έπρεπε να το δεχτεί δογματικά και να σώσει την κατάσταση , αν μπορούσε..
-Ναι εσύ ήσουν…. Αλλά ποια εσύ; Πρώτη φορά ένιωσα τέτοια ορμή από σένα, ποια ήσουν; Η καλή κοπέλα; Η πουτανίτσα που κρύβεις μέσα σου; ή…. (εδώ του ήρθε η μεγάλη έμπνευση) μήπως έχεις κάνει κάτι άλλο και αισθανόσουν τίποτα ενοχές ;
-Τι ένοχες; Τι λες; Εγώ ήμουν καρδιά μου, εγώ! Όπως με ξέρεις…. Δεν έκανα τίποτα περίεργο, είχα πάει τουαλέτα και όταν γύρισα είδα από το φως του διαδρόμου λίγο πριν κλείσω την πόρτα ότι είχες στύση, όπως συμβαίνει κάθε φορά που πίνεις έστω και λίγο… τι να έκανα; Έτσι μου ήρθε να σου πάρω μια πίπα… δεν το περίμενα ότι θα γινόταν αφορμή για να με κατηγορήσεις….
-………
-(κλέγοντας) … και ήσουν τόσο ευγενικός χτες…. Δεν έκανες φασαρία για να μην ξυπνήσουν τα κορίτσια…. Τι άλλαξε και μου φέρεσαι έτσι σήμερα…. ;
-Τίποτα… με συγχωρείς…. (γαμώτο , δεν είχε όρεξη για χάδια σήμερα, για πρώτη φόρα… αλλά τα είχε κάνει χάλια… έπρεπε να πληρώσει ! Άπλωσε το χέρι του στα μαλλιά της και όπως τα άγγιξε θυμήθηκε τα μαλλιά της άλλης, ποιας άλλης δηλαδή αυτηνής , που δεν ήταν αυτήν.. σκατά! Γαμώτο!) συγχώρεσε με, δεν έπρεπε να…. Αλλά τι να πω…. Συγχώρεσε με…. Είναι η μέρα τέτοια…
-Ήμουν εγώ… μόνο εγώ…. Όπως είμαι πάντα…
Βαρέθηκε να ζητήσει ξανά συγνώμη, αρκέστηκε μόνο να χαϊδεύει τα μαλλιά της, που του θύμιζαν τα μαλλιά της άλλης… Είχε περάσει πλέον από την άλλη πλευρά, ένα ζώο τον άγγιξε και ξύπνησε το ζώο μέσα του, δεν θα ήταν ποτέ ξανά ο ίδιος, τώρα τα όνειρα του θα είχαν άλλο χρώμα και η ζωή του άλλες βλέψεις, τι κι αν ήταν όλα στο μυαλό του, όλοι λένε ότι φτάνει μόνο να πιστέψεις κάτι και τότε μπορεί να αλλάξει όλη σου η ζωή, και αυτός το πίστεψε και ένιωσε πόσο όμορφα είναι να είσαι από την άλλη μεριά και δεν θα γυρνούσε ποτέ ξανά πίσω, ούτε το ήθελε ούτε μπορούσε. Και όπως χάιδευε τα μαλλιά της κλαίουσας κοπέλας του, η μικρή βγήκε από το δωμάτιό της και πήγε στην τουαλέτα, δεν έχει σημασία ποια από της δύο, το ζώο είχε ξυπνήσει μέσα του, και το ζώο δεν γνωρίζει πρόσωπα, είδε την μικρή με τα πλουμιστά παχάκια της να περπατάει αδιάφορα μπροστά του και ένα άγριο πόδι του γρατσούνισε το στήθος από μέσα, το μάτι του γυάλισε…
Δεν θα ήταν ποτέ ο ίδιος πια…….

Υ.Γ.
Ένα άλλο, καλύτερο ζώο , πραγματικό ζώο που ξυπνά μπορείτε να γνωρίσετε από το blog Άγνωστη Διάσταση , γνωρίστε τον Τουκούρ Σεΐταν του Χριστόφορου

7 σχόλια:

Prisoned Soul είπε...

Ίσως είμαι μικρή, ίσως...
κάτι ξέρω κάτι νιώθω...
Δε μπορούσα να μείνω αδιάφορη, άλλωστε ξέρεις πως ποτέ δεν το έχω κάνει στα κείμενά σου.
Ειδικά σε κάτι τέτοιο...
I can now see the mood you are in...
συνέχισε... εγώ θα είμαι εδώ,
κλεισμένη μέσα σε διάφανες φούσκες αθωότητας,
που σκάνε σε ένα σου θέλω...
σε μια γραμμή...

Καλό βράδυ

ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ είπε...

Με παρέσυρες σε μια ανάγνωση χωρίς να πάρω ανάσα. Τρέχεις και "τρέχεις" και τους αναγνώστες σου.
Το ερωτικό σου διήγημα είναι και λίγο θρίλερ. Η αγωνιώδης προσπάθεια του ήρωα να απαλλαγεί από την "επίθεση" πολύ καλά δοσμένη και αληθοφανής. Η περιγραφή της όλης πράξης έξοχα αληθινά. Η αγωνία του να μαντέψει το πρόσωπο και οι φαντασιώσεις του πολύ φυσικά δοσμένα. Η εξέλιξη και η αποκάλυψη όμορφα και φυσικά διατυπωμένη.
Ένα εξαιρετικό ανάγνωσμα που σε παρασύρει.
Το μόνο ίσως αδύναμο σημείο - κατ εμε- είναι τα φλας μπακ που μπερδεύουν ενδεχομένως τον αναγνώστη αλλά ίσως και όχι.
Πάντως τα απόλαυσα με την ψυχή μου.
Ευχαριστώ σε ιδιαίτερα για την αναφορά σου σε μένα. Πολύ ευγενικό. Το εκτιμώ πολύ.

~reflection~ είπε...
Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από τον συντάκτη.
~reflection~ είπε...

Είδες πόσο δύσκολη είναι η στιγμή της απομυθοποίσης?...

Νιώθω άστοχο τον Τιτλο του κειμένου. Ο πρωταγωνιστής δεν βρισκόταν να συμβιώνει με 3 γυναίκες...
Την πρώτη - την κοπέλα του - ήδη την είχε απομυθοποιήσει και την είχε εξομοιώσει με τα έπιπλα του σπιτιού..

Ενδεχόμενο ερωτικής διέγερσης μηδέν...
Σκέφτομαι αν αυτή η κοπέλα βρισκόταν σε κατάσταση απλού φλερτ με έναν ξάδερφο ή φίλο του φίλου της, πόσο κολακευμένη θα ένιωθε και πόσο πιο "ατίθασο" αγρίμι θα γινόταν πάνω στην ερωτική πράξη...

Φάνηκε καθαρά ποιος είναι ο φταίχτης της κοιλιάς στη σχέση!....
χα χα χα....
Ο συγγραφέας σε αυτοβιογραφικό στιγμιότυπο απολογίας!!!...
Αυτοεξάγνυση μου μοιάζει το κόνσεπτ...

Όσο για την έκπληξη.. εξαρχής την περίμενα..

Φιλί.. ατίθασο..

αααααααααααααα!!!! και το άγριο ζώο του Χριστοφορου ήδη το διαβάσαμε..
{ποσοστά παίρνεις κύριε "aougare"??....}

Nicotine είπε...

Τσιγάρο, καφές, και απαντάμε

Μαρία

Όμως οι ασυνείδητες κινήσεις μιας αθώας ψυχής είναι ακόμα πιο παράξενες από τα πολυμήχανα τεχνάσμαρα της αμαρτίας

Δεν είναι δικό μου ούτε και θυμάμαι ακριβως που το διάβασα για να αναφέρω την πηγή, μάλλον σε ένα βιβλίο του Φουέντες

ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ

Σ ευχαριστώ για τα καλά λόγια, μα περισσότερο σ ευχαριστώ για το αρνητικό που επισήμανες.
Εκτός από το θέμα της ιστορίας με ενδιαφέρει μερικές φορές περισσότερο το πως θα ειπωθεί αυτή η ιστορία.
Θα το έχω στα υπόψιν όπως και κάθε παρατήρηση που θα γίνει από εδώ και πέρα

Κάκια

Ο τίτλος ήταν ο λόγος που γράφτηκε αυτό το ποστ, σε άλλα γράφω το κείμενο και μετά σκέφτομαι τον τίτλο και άλλες φορές μου έρχεται ένας τίτλος και γράφω το κείμενο.
Αλλά είπαμε όλες οι παρατηρήσεις ενστάσεις είναι καλοδεχούμενες
Φιλιά

Gina είπε...

Γυναίκες - πουτάνες,πουτάνες - γυναίκες
κι εσύ χαμένος,μεταίωρος,αναμεσά τους γυρεύεις την λύτρωση.Την αλήθεια.Και ψάχνεις για κάποιες στιγμές ηδονής που μόνο εκείνες μπορούν απλόχερα να σου χαρίσουν.Και ονειρεύεσαι,φαντάζεσαι,κάνεις σχέδια για μια στιγμή ικανοποίησης.Εκείνες πουτάνες,περιμένουν το λάθος σου,γελούν πίσω από την πλάτη σου,διασκεδάζουν την αγωνία σου..
Τι γυρεύεις αλήθεια?Ψάξε,ψάξε,δεν θα το βρείς...

Υ.Γ.1 Μου άρεσε πάρα πολύ,όπως όλα άλλωστε,καμια σχέση με τσόντα,άδικα αγωνιούσες..
Υ.Γ.2 Για κακή μας τύχη,ο Αυτιάς ακόμα παίζει(με τα νεύρα μας)...
Φιλακια Herc..

Nicotine είπε...

Τζίνα
Αν η ζωή είναι μπουρδέλο, τότε ο καθένας μας πρέπει να βρει την καλύτερη πουτάνα.
Η πουτάνα είναι που κάνει καλό ένα μπουρδέλο

Καλά τέλειος ο καφές που μου φτιαξες.....

Στα τέσσερα

Η μέρα ήταν Σάββατο , τα στήθη της μικρά και αυτή επίσης.  Τη λέγανε Αθηνά, τίποτα άλλο μη ρωτήσεις.  Δυο βδομάδες  μετά από αυτό το Σάββα...