Πέμπτη 25 Μαρτίου 2010
Κομμάτια το χτες
Κομμάτια το όνειρο, σκορπισμένα γυαλιά στο πάτωμα, σπασμένη ομορφιά που είναι τα αστέρια, και ξαναζούσε τη ζωή του μέσα από την εξέλιξη του αρουραίου, του πιθήκου και μιας καρπονυχτεριδας στο δάσος των πύργων της απώλειας και της ρωμαϊκής τελειότητας στο στραβοχυμένο μελάνι που περίσσεψε από το γράμμα στο χαρτομάντιλο που σαν πούπουλο πετούσε πάνω απο την Ακρόπολη, πάνω από την Κρήτη και κάτω από το κρεβάτι που ζούσε ένα μικρο μικρο τρελό μολύβι που τόσες και τόσες λέξεις ήταν έτοιμο να γράψει αλλά έμενε πάντα ακίνητο στο χέρι, ναι ρε μαλάκα αυτό που είναι απέναντι από την σελίδα είναι άνθρωπος που σέρνει σκύλο, που κλέβει αβγά στο χωριό, που πάει κρυφά το βράδυ στο ψυγείο και τρώει την καρδία από το καρπούζι που φύτρωσε την σελήνη δίπλα από την Αφροδίτη την εποχή του χαλκού στα στενά του Ελλησπόντου και στο πάτο του Βοσπόρου του χαλασμένου σπόρου και του νεκρού ονείρου του νεκρού που πιο ζωντανό δεν γίνεται να σ ακούσω να το λες και τι στον κόσμο που ζούμε δεν γίνονται θαύματα παρά μόνο παρακάλια και ένα μάτσο χάλια σπάνια το σπάνιο δεν είναι τυχαίο και απροσδόκητο και ομορφότερο από το πρόγραμμα και χαμένο γραμμα με τρεις χιλιάδες διακόσιες τριάντα πέντε λέξεις ναι τις μέτρησα και ξανά για επιβεβαίωση στην επιβίωση στάθηκες την πήρες και την έχεις στο συρτάρι κλεισμένη μαζί με τις τρύπιες κάλτσες που δεν φοράω παρα μόνο στον πόλεμο βατράχια με πάπιες και σαματάς σαρδόνιο το γέλιο που πούστη μου δεν καταλαβαίνεις στο ρέμα της πίτας του παππού που μοιάζει με τον Αι Βασίλη και όλο εξαιρέσεις παρενθέσεις υποθέσεις διαθέσεις μην πονέσεις, κι αν χωρέσεις, κι αν σ αρέσω, κι αν το το ρολόι που χτυπάει στον τοίχο την πόρτα και γίνεται λάσπη από λιωμένο γλυπτό ένοχο για την ομορφιά του και άστεγο σαν το αίσθημα του στο μέτρο που έφταιγε που έφυγε και που λες, το ξερες , το ξερες και δεν ενσαρκώθηκες σε Κρόνο γαμώ τον χρόνο μου που πέρασε και πέταξε και από ψηλά το Άγιο πνεύμα κι η χημική ένωση ένιωσαν το κρύο του χειμώνα καταμεσής στο στήθος δεν πληγώνεται η καρδιά μόν' τα πνευμόνια πλημμυρίζουν με αίμα και ο αέρας μυρίζει χτες, καμένο χτες, χαμένο χτες
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Στα τέσσερα
Η μέρα ήταν Σάββατο , τα στήθη της μικρά και αυτή επίσης. Τη λέγανε Αθηνά, τίποτα άλλο μη ρωτήσεις. Δυο βδομάδες μετά από αυτό το Σάββα...
-
Τι κοινό μπορεί να έχουν εικοσιπέντε φωτογραφίες, μια τυρόπιτα, ένας καφές, ένας τρυποκάρυδος, ένας ψαράς, ένα άδειο καρότσι σ...
-
Η μέρα ήταν Σάββατο , τα στήθη της μικρά και αυτή επίσης. Τη λέγανε Αθηνά, τίποτα άλλο μη ρωτήσεις. Δυο βδομάδες μετά από αυτό το Σάββα...
-
Η ΣΥΝΆΝΤΗΣΗ Περπατούσα στην πλατεία του μετρό στην Πανόρμου, το περπάτημα μου είχε ξεσηκώσει τα περιστέρια και πετούσαν μπροστά μου, έμοια...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου